Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, με αφορμή τη συμπλήρωση 15 ετών από τη ενθρόνισή του ως προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας, έδωσε μία σημαντική συνέντευξη στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, στους δημοσιογράφους Μάνο Χαραλαμπάκη και Κατερίνα Ρόββα, όπου μεταξύ των άλλων, αναφέρθηκε στην αποτέφρωση νεκρών.
Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την συνέντευξη.
Ερώτηση: «Η Ιερά Σύνοδος θεωρεί ότι η αποτέφρωση νεκρών δεν διαφέρει και πολύ από την «ανακύκλωση απορριμμάτων». Εάν γνωρίζατε έναν άνθρωπο που είχε ενάρετο βίο πριν πεθάνει, αλλά είχε επιλέξει να αποτεφρωθεί, δεν θα του κάνατε εξόδιο ακολουθία;»
Απάντηση: «Κοιτάξτε, είναι ένα θέμα πρωτόγνωρο. Κατ’ αρχάς αντιδράμε αυτόματα γιατί δεν το έχουμε συζητήσει και δεν το έχουμε μελετήσει ακόμα. Αυτό είναι η μία πλευρά. Το άλλο είναι ότι μέσα στην Εκκλησία δεν κάνει καθένας ό,τι θέλει. Ο Οργανισμός αποφασίζει. Επομένως καθόλου απίθανο δεν είναι κάποια στιγμή η Εκκλησία να το δει και με έναν άλλο τρόπο. Έπειτα πρέπει να σεβόμαστε και την επιθυμία του καθενός. Αλλά το αφήνουμε σε ένα συλλογικό όργανο να πάρει μία απόφαση είτε Οικουμενική Σύνοδος είναι αυτή, είτε Ιερά Σύνοδος.»
Επίσης, στις 18 Φεβρουαρίου δημοσιεύθηκε το ακόλουθο άρθρο του Στέφανου Τζανάκη στο protothema.gr για τη δήλωση του Αρχιεπισκόπου για την αποτέφρωση:
Ο αρχιεπίσκοπος και η επιθυμία του καθενός.
Μία πολύ ενδιαφέρουσα απάντηση έδωσε ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος σε ερώτηση από τα «ΝΕΑ» με αφορμή την συμπλήρωση 15 χρόνων στο αρχιερατικό του αξίωμα.
Όταν ρωτήθηκε για την αποτέφρωση των νεκρών είπε τα εξής: «Κοιτάξτε, είναι ένα θέμα πρωτόγνωρο. Κατ’ αρχάς αντιδράμε αυτόματα γιατί δεν το έχουμε συζητήσει και δεν το έχουμε μελετήσει ακόμα. Αυτό είναι η μία πλευρά. Το άλλο είναι ότι μέσα στην Εκκλησία δεν κάνει καθένας ό,τι θέλει. Ο Οργανισμός αποφασίζει. Επομένως καθόλου απίθανο δεν είναι κάποια στιγμή η Εκκλησία να το δει και με έναν άλλο τρόπο. Έπειτα πρέπει να σεβόμαστε και την επιθυμία του καθενός. Αλλά το αφήνουμε σε ένα συλλογικό όργανο να πάρει μία απόφαση, είτε Οικουμενική Σύνοδος είναι αυτή, είτε Ιερά Σύνοδος».
Τι λέει εν ολίγοις; Από τη μία πλευρά, ο αρχιεπίσκοπος παραδέχεται ότι η αντίδραση – η κάθετη αντίδραση της Εκκλησίας στην αποτέφρωση των νεκρών – ήταν «αντανακλαστική», χωρίς να προηγηθεί κάποια σοβαρή συζήτηση ή μελέτη. Λέει επίσης ότι ενδέχεται κάποια στιγμή να αλλάξει η στάση της για το θέμα και τονίζει ότι πρέπει να σεβόμαστε την επιθυμία του καθενός.
Πρόκειται για μία δήλωση ενός φωτισμένου ιεράρχη, που ανοίγει έναν καινούργιο δρόμο: δυστυχώς, την προηγούμενη χρονιά χρειάστηκε να παραστώ σε αρκετές κηδείες αγαπημένων μου ανθρώπων – και η εμπειρία από τα νεκροταφεία της Αττικής είναι επιεικώς αποκαρδιωτική: το πρόβλημα είναι γνωστό – δεν υπάρχουν χώροι και εκείνοι που βρίσκονται, όταν βρίσκονται, δεν πληρούν τις προδιαγραφές, ενώ συνήθως μετά από τα τρία χρόνια επιβάλλεται η εκταφή, που είναι μία απάνθρωπη δοκιμασία για εκείνους που οφείλουν να την βιώσουν.
Η κηδεία οφείλει να είναι μία καθαρτήρια τελετή: όσοι χάνουν αγαπημένα πρόσωπα, πρέπει να μπορούν να πενθήσουν, να κλάψουν, να γαληνέψουν με την νεκρώσιμη ακολουθία, να αποχαιρετήσουν σε κλίμα οδύνης τον νεκρό τους. Από κει και πέρα, μετράει αυτό που είπε ο αρχιεπίσκοπος: η επιθυμία του καθενός. Πώς μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο με τελετές που διαρκούν 10 λεπτά της ώρας; Πως μπορεί να γίνουν όλα αυτά όταν ο ορισμός μίας κηδείας μέσα σε τρεις ή τέσσερις ημέρες από τον θάνατο ενός ανθρώπου στα περισσότερα νεκροταφεία της Αθήνας είναι αντικείμενο…ρουσφετιού;
Από τις – δυστυχώς, αρκετές – κηδείες στις οποίες ήμουν παρών το ‘22, μόνον μία έγινε στο μοναδικό αποτεφρωτήριο που λειτουργεί στη χώρα μας, στη Ριτσώνα: κανείς δεν βιαζόταν, όλοι πήραν τον χρόνο τους, η τελευταία επιθυμία του αγαπημένου μας έγινε σεβαστή και φύγαμε μετά από τρεις ώρες με μεγαλύτερη πίστη στη ζωή και βαθύτερη αγάπη στον άνθρωπο.
Βεβαίως, όλα τα παραπάνω είναι εντελώς υποκειμενικά – άλλωστε, όπως είπε και ο κ. Ιερώνυμος, αυτό που μετράει πάνω από όλα είναι η επιθυμία του καθενός. Είναι ωστόσο δεδομένο, ότι και πολλοί άνθρωποι με πραγματικό θρησκευτικό συναίσθημα θα ήθελαν να μετρήσει η επιθυμία τους και να αποτεφρωθούν αφού οι δικοί τους θα έχουν παραστεί σε μία «κανονική» νεκρώσιμη ακολουθία.
Η Εκκλησία δεν δικαιούται να αποξενώνει ανθρώπους με την ασεβή επίκληση της ανάγκης ύπαρξης των οστών εν αναμονή της Δευτέρας Παρουσίας. Ένας άνθρωπος που πιστεύει πραγματικά στον Θεό δεν μπορεί να θεωρεί ότι η «ανάσταση νεκρών» έχει να κάνει με τον τρόπο που τάφηκε ή αποτεφρώθηκε ο καθένας.